Τα πράγματα είναι απλά.
Πριν από 9 μήνες ένας συνάνθρωπός μας δολοφονήθηκε στα Πετράλωνα. Από Χρυσαυγίτες. «Σίγουρα Χρυσαυγίτες;» Δεν ξέρω ποια είναι η επίσημη εκδοχή καθώς η ΕΛ.ΑΣ. του Ν.Δ. της Ν.Δ. με έχει μπερδέψει. Τότε συνέλαβε τους δράστες (κάπου γράφτηκε, όχι επειδή έκανε καλά τη δουλειά της αλλά επειδή ένας ταξιτζής τους ακολούθησε – δεν ξέρω αν αληθεύει). Δε δημοσίευσε ποτέ τη φωτογραφία τους (γιατί άλλωστε; δεν ήταν ούτε διαδηλωτές, ούτε εκδιδόμενες οροθετικές), και τα ονόματά τους διέρρευσαν αργότερα (Χρήστος Στεργιόπουλος, πυροσβέστης 29 ετών, και Διονύσης Λιακόπουλος πρώην ιδιωτικός υπάλληλος άνεργος 25 ετών), αν και δε νομίζω να ανακοινώθηκαν ποτέ επισήμως. Και γράφτηκε ότι δε διώχτηκαν με τις επιβαρυντικές διατάξεις περί ρατσιστικού εγκλήματος. Το μόνο που είπε τότε η ΕΛ.ΑΣ. ήταν ότι βρέθηκαν στο σπίτι του ενός, του 25χρονου, εκτός των άλλων, «πενήντα (50) προεκλογικά φυλλάδια πολιτικού κόμματος». Δεν μας ανέφερε καν ποιού κόμματος. Τίποτα παραπάνω. (Αλήθεια πόσοι ανένταχτοι υποστηρικτές έχουν πακέτα με προεκλογικά φυλλάδια κόμματος, φυλαγμένα μάλιστα 6 μήνες μετά τις εκλογές για souvenir;)
Η τωρινή εκδοχή όμως, στην περίφημη λίστα Δένδια-Χ.Α. (εκείνη την τόσο σοβαρή, που από τα 30κάτι και πλέον χρόνια δράσης της οργάνωσης, εξετάζει μόνο τον τελευταίο χρόνο, και που περιλαμβάνει από σοβαρά περιστατικά όπως δολοφονίες, μέχρι περιστατικά όπου οι Χρυσαυγίτες δεν διέπραξαν καν αδικήματα αλλά αντίθετα μέχρι και κατέθεσαν μήνυση, ενώ δεν περιλαμβάνει άλλες πολύ σοβαρές επιθέσεις-εγκλήματα) είναι ότι επρόκειτο για «2 μέλη της Χρυσής Αυγής».
Δεν ξέρω λοιπόν ποια είναι η επίσημη εκδοχή, και πότε η ΕΛ.ΑΣ. του Ν.Δ. της Ν.Δ. ανακάλυψε ότι ο ένας (κάποιος) κάτοχος προεκλογικών φυλλαδίων (κάποιου) κόμματος ήταν «2 μέλη της Χρυσής Αυγής», και –αν αληθεύει – για πόσο καιρό μας το ‘κρυβε, αυτό που ξέρω όμως είναι ότι εμείς, κακά τα ψέματα, από τη δική μας μεριά, από την πρώτη στιγμή είπαμε ότι επρόκειτο για Χρυσαυγίτες.
Καμία δικαιολογία λοιπόν. Ένας συνάνθρωπός μας, ένας βιοπαλαιστής εργάτης, δολοφονήθηκε όχι απλά από φασίστες, όχι απλά από Ναζί, αλλά συγκεκριμένα από Χρυσαυγίτες. Κάναμε κάποιες μειωμένης μαζικότητας συγκεντρώσεις ρουτίνας (η μεγαλύτερη στο κέντρο ήταν ήδη προγραμματισμένη από καιρό και απλώς συνέπεσε με τη δολοφονία), γράφτηκαν και μερικές ανακοινώσεις, μερικές αναρτήσεις στο indymedia και πάμε παρακάτω.
Γιατί; Γιατί πολύ απλά το θύμα (Σαχτζάτ Λουκμάν ειπώθηκε ότι ονομαζόταν τελικά), έτυχε να είναι Πακιστανός, να μην είναι ένας από εμάς.
Τώρα δολοφονήθηκε ο Παύλος Φύσσας, ο «Killah P», και όλοι ξεσηκωθήκαμε. Μέσα σε λίγες ώρες το Κερατσίνι πλημμύρισε από κόσμο (δε θα πω την υπερβολή «κάηκε»), ξέσπασαν σφοδρές συγκρούσεις. Αντιφασιστικές συγκεντρώσεις σε όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό. Και παρόλα αυτά, υπάρχει ακόμα και κριτική γιατί «δεν έγινε Δεκέμβρης».
Το μεγάλο ζήτημα δεν είναι γιατί δεν έγινε (ούτε θα γίνει) Δεκέμβρης τώρα (η εξήγηση άλλωστε είναι απλή, τότε, το 2008, επρόκειτο για ανήλικο μαθητή δολοφονημένο από μπάτσο, και εξεγέρθηκαν όλοι οι μαθητές υποστηριζόμενοι και από μεγάλο μέρος των γονιών, δίνοντας τόσο το έναυσμα όσο και την ευκαιρία και για γενικευμένα μπάχαλα). Το μεγάλο ζήτημα για μένα είναι γιατί δεν ξεσηκωθήκαμε το Γενάρη του 2013 όσο τώρα. Πολύ απλά: γιατί δεν ταυτιστήκαμε με τον Πακιστανό εργάτη, αλλά με τον Έλληνα. Οι πιτσιρικάδες ταυτίστηκαν με τον έλληνα ράπερ. Οι αντιφασίστες ταυτίστηκαν με τον έλληνα αντιφασίστα. Ο απλός κόσμος ταυτίστηκε με τον Έλληνα που κάθεται και βλέπει μπάλα σε μια καφετέρια και του στήνει καρτέρι η Χρυσή Αυγή. Η… «ελληνίδα μάνα» ταυτίστηκε με τη χαροκαμένη μάνα του Παύλου Φύσσα.
Ας είμαστε ειλικρινής, δε νιώσαμε τη δολοφονία του Σεχτζάτ Λουκμάν όπως τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Δικαιολογίες μπορούμε να βρούμε, ότι ο Ρουπακιάς ήταν βαθιά χωμένος στα τάγματα εφόδου, ότι η επίθεση έγινε οργανωμένα με συμμετοχή δεκάδων χρυσαυγιτών. Όμως η αλήθεια είναι πώς δε νιώσαμε το ίδιο τις δυο δολοφονίες.
Και καλά η υπόλοιπη κοινωνία, ήταν αναμενόμενο. Αλλά εμείς; Εμείς οι αντιφασίστες, οι αντιρατσιστές που δεν υπολογίζουμε χρώμα και φυλή, γιατί δεν αντιδράσαμε το ίδιο; Μήπως τελικά, υποσυνείδητα, μια χαρά υπολογίζουμε και χρώμα και φυλή;
Και το άλλο μεγάλο ερώτημα που με βασανίζει: αν είχαμε αντιδράσει τότε, το Γενάρη, μήπως θα είχε γλιτώσει ο Παύλος Φύσσας; Αν είχαμε κάνει αυτά που «έπρεπε» ή αυτά που μπορούσαμε ή τέλος πάντων ότι κάνουμε σήμερα, μήπως κάτι θα είχε εξελιχθεί διαφορετικά; Μήπως είμαστε λιγάκι κι εμείς υπεύθυνοι (και δε βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω), γιατί δεν αντιδράσαμε όσο θα έπρεπε;
Δεν έχω αυταπάτες ότι τα αποτελέσματα θα ήταν ίδια με της σημερινής συγκυρίας, ότι ο Ν.Δ. της Ν.Δ. θα έκανε –έστω επικοινωνιακά και πρόχειρα – πεσίματα στη Χ.Α. (που κάνει τώρα ενδεχομένως για τους δικούς του προεκλογικούς ή κατασταλτικούς λόγους), ότι το MEGA και τα άλλα κανάλια θα το έπαιζαν antifa κ.λπ. Όμως το ερώτημα πάντα θα με βασανίζει: αν είχαμε χαλάσει τον κόσμο, αν είχαμε κάνει περισσότερες και μαζικότερες πορείες, αν εκείνοι που κάνουν μπάχαλα, τα είχαν κάνει τότε και αν οι του μαχητικού αντιφασισμού είχαν τσακίσει εκείνες τις μέρες ό,τι σκουλήκι κινείτο και αν οι νομιμόφρονες είχαν κυνηγήσει τότε νομικά τη Χ.Α. ή έστω τα μέλη της (με τις δικές τους λίστες 30 και πλέον χρόνων εγκλημάτων, αντί να περιμένουμε τις φαιδρές λίστες Δένδια), και αν ο Γλέζος είχε στείλει τότε την όποια λίστα του στο Δένδια, και αν ο Τσίπρας είχε ζητήσει τότε τη σύγκλιση συμβουλίου πολιτικών αρχηγών θέτοντάς το ως κεντρικό πολιτικό ζήτημα, και αν είχαμε δώσει περισσότερο βάρος σε αυτό το ζήτημα αντί στο ζήτημα των καταλήψεων και αν δεν το είχαμε βουλώσει στο λεωφορείο ή στο κομμωτήριο όταν μίλαγαν οι κάθε λογής ρατσιστές, όπως δεν το βουλώνουμε πια, και αν είχαμε κολλήσει περισσότερα αυτοκόλλητα #sigamifovitho και αν κάποιοι στοιχειωδώς έντιμοι δημοσιογράφοι έκαναν τότε τις έρευνές τους, και αν και αν και αν… Μήπως οι φονιάδες θα είχαν μαζευτεί κάπως; Μήπως θα είχαμε προλάβει το τωρινό φονικό; Μήπως ο Παύλος θα ζούσε;
Ίσως όχι. Ίσως, όπως έχω γράψει παλαιότερα, οι (πολλοί) νεκροί να είναι αναπόφευκτοι. Σε κάθε περίπτωση όμως, εμείς, οι πάσης φύσεως αντιφασίστες και αντιρατσιστές, οφείλαμε, ο καθένας από το μετερίζι του, ο καθένας με τον τρόπο του, βίαιο ή μη βίαιο, θεσμικό ή μη, να το είχαμε κάνει. Ας το παραδεχτούμε.
Όχι για να αυτομαστιγωθούμε. Ο χρόνος δε γυρίζει πίσω. Αλλά τουλάχιστον για να ξεκινήσουμε από τώρα να κάνουμε ό,τι περισσότερο μπορούμε.
Το οφείλουμε στο Σαχτζάτ Λουκμάν που δεν αντιδράσαμε όσο έπρεπε στο φόνο του.
Το οφείλουμε στον Παύλο Φύσσα που δεν τον προστατέψαμε, επειδή δεν αντιδράσαμε νωρίτερα όσο έπρεπε.
Το οφείλουμε στον Ναϊμ ή το Νίκο ή όπως αλλιώς μπορεί να λένε το ενδεχόμενο επόμενο θύμα. Που όπως αργά καταλάβαμε, μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε από εμάς.
Το οφείλουμε τελικά στους εαυτούς μας.